Εἶναι Χριστιανοὶ οἱ «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ»;
τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιῶς κ. Σεραφείμ
Ἐξ ἀφορμῆς τῆς ἀνεγέρσεως ἀπὸ τοὺς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ ἐντὸς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πειραιῶς πολυτελέστατου κτιρίου ποὺ φέρει τὴν ὀνομασία «Αἴθουσα Βασιλείας Χριστιανῶν Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ» μὲ σκοπὸ τὴν πρόσκληση ἀνύποπτων ἀνθρώπων πρὸς προσηλυτισμὸ στὸ «κανάλι τοῦ Θεοῦ» κρίνεται καὶ εἶναι ἀναγκαῖο νὰ γίνει γνωστὴ ἡ κακόδοξη καὶ αἱρετικὴ διδασκαλία καὶ τὸ ἔργο τῆς ὀργάνωσης αὐτῆς τῶν Χιλιαστῶν ποὺ δραστηριοποιοῦνται στὴ χώρα μας.
Ποιοί εἶναι οἱ «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ»
Ὁρισμένοι τοὺς τοποθετοῦν ὡς μιὰ αἵρεση στὸν εὐρύτερο προτεσταντικὸ χῶρο. Δὲν πρόκειται ὅμως γιὰ «καθαρὴ» θρησκεία, ἀλλὰ γιὰ μία πολυεθνικὴ ἐμπορικὴ μετοχικὴ ἑταιρεία, μὲ τὸν τίτλο: «ΒΙΒΛΙΚΗ ΚΑΙ ΦΥΛΛΑΔΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΣΚΟΠΙΑ», ἡ ὁποία ἑδρεύει καὶ δραστηριοποιεῖται στὸ Μπρούκλιν τῶν Η.Π.Α., μὲ παραρτήματα σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Ξεκίνησε τὶς ἐργασίες της τὸ 1884 καὶ ἱδρυτής της ὑπῆρξε ὁ Κάρολος Ρῶσελ. Ἀπὸ τότε καὶ ὣς τὰ σήμερα ἐκδίδει τὰ περιοδικὰ «ΣΚΟΠΙΑ» καὶ «ΞΥΠΝΑ», μὲ τὰ ὁποῖα διαδίδει σὲ ὅλο τὸν κόσμο τὶς χονδροκομμένες πλάνες της, συνοψίζοντας ὅλες τὶς ἀντιχριστιανικὲς αἱρετικὲς διδασκαλίες τοῦ παρελθόντος. Ὀνομάζονται «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ» καὶ «Χιλιαστές», ἀπὸ τὴ δοξασία τους τῆς δῆθεν «χιλιετοῦς βασιλείας τοῦ Χριστοῦ στὴ γῆ». Στὴν ἀρχὴ ὀνομάζονταν «Σπουδαστὲς τῶν Γραφῶν». Σύμφωνα μὲ τὴν ὀργάνωση, ἡ τυφλὴ πίστη στὶς δοξασίες της καὶ ἡ προώθηση τῶν ἐκδοτικῶν προϊόντων τῆς ἑταιρείας, εἶναι, κατ’ αὐτήν, ἡ «ἀληθινὴ λατρεία τοῦ Ἰεχωβᾶ»!
Σύμφωνα ἐπίσης μὲ τὶς δοξασίες τῆς ἑταιρείας, ὁ Ἰεχωβὰ διαμηνύει τὸ θέλημά του στοὺς ἀνθρώπους μέσῳ τοῦ διοικητικοῦ συμβουλίου τῆς ἐμπορικῆς αὐτῆς ἐπιχείρησης, τὸ ὁποῖο ἀποκαλεῖται «Κυβερνῶν Σῶμα» καὶ «Φρόνιμος Δοῦλος». Κατὰ συνέπεια, ἄρνηση τῶν δοξασιῶν, ποὺ ἐντέλλεται ἡ ἑταιρεία, σημαίνει γι’ αὐτοὺς ἄρνηση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ! Δὲν ἐξηγοῦν, ὅμως, ἂν οἱ ριζικὲς ἀναθεωρήσεις τῶν, κατὰ καιροῦ, δοξασιῶν της καὶ οἱ παταγωδῶς διαψευσμένες ψευδοπροφητεῖες της, ἐντάσσονται στὸ «θέλημα τοῦ Θεοῦ»! Ἔχουν ὁρίσει πάμπολλες συγκεκριμένες χρονολογίες ὅτι θὰ ἐρχόταν τὸ τέλος τοῦ κόσμου, καὶ ἡ «ἔναρξη τῆς ἐγκόσμιας βασιλείας τοῦ Χριστοῦ» καὶ διαψεύστηκαν οἰκτρά. Γιὰ νὰ δικαιολογηθοῦν πρόβαλλαν κατὰ καιροὺς ὁρισμένες ἀφελεῖς δικαιολογίες. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ δικαιολογία τους, πὼς τὸ 1914 ἔγινε «ἀοράτως» ἡ «Δευτέρα Παρουσία», κακοποιώντας φρικτὰ τὴν ἁγία Γραφή, ἡ ὁποία μᾶς βεβαιώνει, σὲ πάμπολλα σημεῖα της, ὅτι τὸ φοβερὸ ἐκεῖνο γεγονὸς θὰ εἶναι ὁρατὸ ἀπὸ ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα καὶ θὰ συνταράξει ὁλόκληρη τὴ δημιουργία (βλ. Ματθ. 25, 1-31 καὶ Ματθ. 25, 31-46, Πράξ. 1, 11, κ.λπ).
Ὅπως ἀλλάζουν κατὰ καιροὺς τὶς δοξασίες τους, ἀλλάζουν καὶ ὀνόματα, γιὰ τὴν ἐξαπάτηση τῶν ἀφελῶν. Τελευταῖα θέλουν νὰ ὀνομάζονται «Χριστιανοί», παρ’ ὅλο ποὺ στὸ παρελθὸν θεωροῦσαν «τὸ ὄνομα Χριστιανὸς δυσῶδες» (Σκοπιά, 1962, σ.143). Τὸ ὑπερτιμημένο ὅμως ὄνομα τοῦ Χριστοῦ τὸ φέρουν ὅσοι πιστεύουν στὴ Θεότητά Του καὶ ὄχι ὅσοι τὴν ἀρνοῦνται, ὅπως ἐκεῖνοι, διότι θεωροῦνται ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφὴ «ἀρνητὲς τοῦ Χριστοῦ, ἀντίχριστοι» (Α΄ Ἰωάν. 5, 20, Β΄ Ἰωάν. 7).
Ὄχι μόνο δὲ μποροῦν νὰ χαρακτηρίζονται καὶ νὰ ὀνομάζονται Χριστιανοί, ἀλλὰ μᾶλλον ὁμοιάζουν περισσότερο μὲ τοὺς μουσουλμάνους. Μιὰ προσεκτικὴ μελέτη τῶν δοξασιῶν τους ἀποδεικνύει ὅτι οἱ περὶ Θεοῦ, Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ Ἁγίου Πνεύματος διδασκαλίες τους εἶναι σχεδὸν ταυτόσημες μὲ τὸ Ἰσλάμ, ὅπως καὶ οἱ περὶ «σωτηρίας» (ὑποταγὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ), οἱ περὶ ὑλικοῦ παραδείσου κ.λπ.
Πρόκειται ἐπίσης γιὰ ἄκρως ρατσιστικὴ ὀργάνωση, διότι διαχωρίζει τὰ μέλη της στὸ «Κυβερνῶν Σῶμα», ἀπὸ τὸν «πολὺ ὄχλο», τοὺς «δούλους τῆς Βασιλείας», δηλαδὴ τοὺς ὀπαδούς της. Γιὰ μὲν τοὺς πρώτους «προορίζει» τὴν «οὐράνια διακυβέρνηση», γιὰ δὲ τοὺς δεύτερους τὴν «αἰώνια ἐγκατοίκηση στὴ γῆ», τὴν ὁποία θὰ «ἀποκτήσουν» μὲ τὴν τυφλὴ καὶ ἄκριτη ὑποταγὴ στοὺς πρώτους. Στὰ περιοδικά τους ἀναφέρουν πὼς ὅσοι δὲν εἶναι ὑποταγμένοι στὸ θέλημα τῆς ἑταιρείας, δὲν εἶναι «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ», «σύντομα» θὰ γίνει ὁ Ἀρμαγεδδών, θὰ σφαχτοῦν καὶ θὰ πλύνουν τὰ πόδια τους ἐκεῖνοι στὸ αἷμα τῶν μὴ Χιλιαστῶν (Σκοπιά, 1968, σ. 83).
Συνοψίζοντας, δὲν πρόκειται γιὰ θρησκεία, ἀλλὰ γιὰ ἐμπορικὴ ἑταιρεία, ἡ ὁποία ἐμπορεύεται ἔντυπα τῆς δικῆς της ἐμπνεύσεως. Οἱ δὲ ὀπαδοί της πρέπει νὰ θεωρηθοῦν ἄμισθοι ὑπάλληλοι τῆς ἑταιρείας. Γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ τοὺς ἐλέγχει, ἀσκεῖ ἰσχυρότατο καὶ μεθοδευμένο ψυχολογικὸ ἐξαναγκασμό, μὲ τὸ ψευτοδίλημμα: μένοντας στὴν ἑταιρεία καὶ δουλεύοντας γι’ αὐτὴν σώζεσαι, κατὰ τὴν «καταστροφὴ τοῦ Ἀρμαγεδδώνα», φεύγοντας ἀπὸ αὐτὴ χάνεσαι.
Τί διδάσκουν οἱ «Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ»
Ἔχουν ἀπορρίψει ὁλόκληρο τὸ χριστιανικὸ οἰκοδόμημα καὶ ἔχουν υἱοθετήσει ὅλες τὶς αἱρέσεις, ποὺ καταδίκασε στὸ διάβα τῶν αἰώνων ἡ Ἐκκλησία μέσῳ τῶν Ἁγίων Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Οἱ βασικότερες ἀπὸ τὶς πλάνες καὶ αἱρετικὲς δοξασίες εἶναι:
1. Ἀρνοῦνται τὸ δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸ ὁποῖο χαρακτηρίζουν ὡς τὴ «χειρότερη σατανικὴ πλάνη»! Θεὸς εἶναι μόνο ὁ Πατέρας, τὸν ὁποῖο ὀνομάζουν Ἰεχωβὰ (ἀναβίωση αἱρέσεων: μοναρχιανισμοῦ, ἀρειανισμοῦ, νεστοριανισμοῦ, Ἰσλάμ, Ἰουδαϊσμὸς κ.λπ).
2. Ἀρνοῦνται τὴ θεότητα τοῦ Χριστοῦ. Τὸν χαρακτηρίζουν ὡς τὸ «πρῶτο κτίσμα τοῦ Θεοῦ», «ἀδελφὸ τῶν ἀγγέλων» καὶ αὐτοῦ ἀκόμα τοῦ Σατανᾶ. Γεννήθηκε καὶ ἔζησε ὡς ἄνθρωπος. Πέθανε καὶ ἐκμηδενίστηκε στὸν τάφο καὶ στὴ θέση του ὁ Θεὸς «ἀνέστησε κάποιο πνευματικὸ ὄν», τὸ ὁποῖο ταυτίζεται μὲ τὸν ἀρχάγγελο Μιχαήλ. Εὐνόητη εἶναι ἡ πλάνη τους αὐτὴ νὰ δείχνει τὸν «ἀντίχριστο» (Α΄ Ἰωάν. 2, 18) (ἀναβίωση αἱρέσεων: ἀρειανισμοῦ, νεστοριανισμοῦ, μονοφυσιτισμοῦ κ.λπ).
3. Ἀρνοῦνται τὴ θεότητα τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καθὼς καὶ τὴν προσωπική Του ὑπόσταση, θεωρώντας Το ὡς «ἀπρόσωπη δύναμη τοῦ Θεοῦ» (ἀναβίωση αἱρέσεων: πνευματομάχων, ἀρειανῶν κ.λπ).
4. Ἀρνοῦνται τὴ φύση τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴ δυνατότητα νὰ γίνουν μέλη Της ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, παρὰ μόνο οἱ «144.000 κεχρισμένοι». Τὴ θέση τῆς ἐπὶ γῆς Ἐκκλησίας πῆρε γι’ αὐτοὺς ἡ ἐμπορικὴ ἑταιρεία Σκοπιά, στὴν ὁποία ὀφείλουν νὰ ἐνταχθοῦν οἱ «δοῦλοι τῆς βασιλείας».
5. Ἀρνοῦνται τὴν ἀθανασία τῆς ψυχῆς. Μὲ τὸ θάνατο οἱ ἄνθρωποι ἐκμηδενίζονται ὅπως τὰ ζῶα (ἀναβίωση αἵρεσης τῶν θνητοψυχητῶν, ἀθεϊσμός, μηδενισμὸς κ.λπ).
6. Ἀρνοῦνται νὰ τιμήσουν τὴν Παναγία ὡς Θεοτόκο, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν Θεός, καὶ ὡς Ἀειπάρθενο.
7. Ἀρνοῦνται νὰ τιμήσουν τοὺς ἁγίους καὶ τὴν πρεσβεία τους στὸ Θεό.
8. Ἀρνοῦνται τὴν τιμὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων καὶ τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων ὡς δῆθεν εἰδωλολατρία (ἀναβίωση αἵρεσης τῶν Παυλικιανῶν, Καθαρῶν, Βογομίλων, προτεσταντῶν κ.λπ).
9. Ὑβρίζουν τὸν Τίμιο Σταυρό, παρ’ ὅλο ποὺ τὸ περιοδικὸ «Σκοπιά» τὸν εἶχε ὡς ἔμβλημά του μέχρι τὸ 1931, θεωρώντας το ὡς ὄργανο ἐγκλήματος.
Πῶς πρέπει νὰ ἀντιδρᾶ ὁ Χριστιανὸς ἀπέναντι στοὺς Μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ
Εἶναι γνωστὸ ὅτι οἱ ὀπαδοὶ τῆς ἑταιρείας ἀσκοῦν πιεστικὸ προσηλυτισμό. Χρησιμοποιοῦν μερικὰ ἐδάφια ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, τὶς περισσότερες φορὲς ἄσχετα μὲ τὸ θέμα, προκειμένου νὰ στηρίξουν τὶς δοξασίες τῆς ἑταιρείας καὶ νὰ ἐντυπωσιάσουν τοὺς ἀφελεῖς. Εἶναι ἔτσι ὑπαρκτὸς ὁ κίνδυνος νὰ παρασυρθεῖ ὅποιος δὲ γνωρίζει καλὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία. Ἐπίσης ὑπάρχει τὸ ἐνδεχόμενο σὲ συνομιλία μαζί τους, ἡ προσωπικὴ ἀδυναμία κάποιου νὰ μεταφραστεῖ σὲ ἀδυναμία τῆς Ἐκκλησίας νὰ δώσει πειστικὴ ἀπάντηση στὶς κακοδοξίες τῆς ὀργάνωσης καὶ νὰ σπρώξει βαθύτερα στὴν πλάνη τοὺς πλανεμένους συνομιλητές. Γι’ αὐτὸ εἶναι ἀπαραίτητο ὅσοι δὲν διαθέτουν τὴν ἀπαραίτητη κατάρτιση καὶ ἐνημέρωση γιὰ τὶς κακοδοξίες τους νὰ τοὺς δηλώνεται μὲ εὐγένεια ὅτι δὲν ὑπάρχει ἡ ἐπιθυμία γιὰ διάλογο καὶ ἐπικοινωνία μαζί τους. Τὸ μόνο ποὺ μπορεῖ καὶ πρέπει νὰ βεβαιωθεῖ ὡς προσωπικὴ ὁμολογία, εἶναι ἡ πίστη καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ Ὁποία εἶναι ἡ μόνη ποὺ ἔχει ἱστορικὴ συνέχεια δύο χιλιάδων ἐτῶν ὣς σήμερα. Ἐπίσης μπορεῖ νὰ εἰπωθεῖ ὅτι μελετᾶται ἀπὸ τοὺς Χριστιανοὺς ἡ Ἁγία Γραφή, τὸν κανόνα τῆς ὁποίας συγκρότησε καὶ διατήρησε ἀπαραχάρακτη δύο χιλιάδες χρόνια ἡ Ἐκκλησία, αὐτὴ ποὺ ὑβρίζουν οἱ χιλιαστὲς ὡς «πόρνη Βαβυλώνα». Τὴν Ἁγία Γραφή, ποὺ ὑπερηφανεύονται ὅτι κατέχουν, τὴ βρῆκαν στὴν Ἐκκλησία γιὰ νὰ τὴν κακοποιήσουν, μὲ τὶς δικές τους κακόβουλες μεταφράσεις καὶ παραποιήσεις, προκειμένου νὰ στηρίξουν τὶς πλάνες τους.
Τέλος εἶναι σαφὲς ὅτι ὁποιαδήποτε ἀπρεπής, ἀγενὴς καὶ κακὴ συμπεριφορὰ ἀπὸ μέρους τῶν Χριστιανῶν πρὸς τοὺς χιλιαστὲς καὶ πρὸς ὅλους τοὺς αἱρετικούς, εἶναι ὄχι μόνο ἀνεπίτρεπτη καὶ ἐκτὸς ὀρθόδοξου ἤθους, ἀλλὰ ἐπιτείνει τὸν φανατισμὸ τῶν αἱρετικῶν καὶ τὸ ζῆλο τους, διότι τοὺς καθιστᾶ «μάρτυρες» τῆς δράσης τους.
Ποιό εἶναι τὸ χρέος τοῦ Χριστιανοῦ καὶ τί πράττει ἡ Ἐκκλησία
Ἡ προϋπόθεση ποὺ ἔθεσε στοὺς ἀνθρώπους ὁ Κύριος μὲ τὴν Ἐνσάρκσωσή Του καὶ τὴν Σταυρική Του θυσία εἶναι ἡ ἀγάπη. Ὁ συνειδητὸς Χριστιανὸς ὡς μέλος τῆς Ἐκκλησίας ἔχει τὴν ἐλευθερία τῆς ἐπιλογῆς γιὰ τὸ ἂν θὰ ἀγαπᾶ ἢ ὄχι τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο. Ἂν ἐπιλέξει τὸ «χρέος» νὰ ἀγαπᾶ, αὐτὸ ὀφείλει νὰ τὸ κάνει γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἴσως ἰδιαιτέρως αὐτοὺς ποὺ βρίσκονται στὸ σκοτάδι τῆς ἐπιλογῆς τους μακριὰ ἀπὸ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ. Ὀφείλει λοιπὸν νὰ ἀγαπᾶ καὶ τοὺς πλανεμένους καὶ τοὺς αἱρετικούς. Νὰ προσεύχεται γι’ αὐτοὺς καὶ νὰ δείχνει ἔμπρακτα τὴν ἀγάπη του πρὸς τοὺς πλανεμένους ἀδελφοὺς καὶ ὡς θύματα τοῦ ἑωσφορικοῦ ἐγωισμοῦ τους ἄλλα καὶ τοῦ διαβόλου. Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τὴν ὁποία ὑποσχέθηκε καὶ διαβεβαίωσε ὁ Κύριος ὅτι «Πύλαι ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς» (Ματθ. 16, 18) συμβουλεύουν «νὰ ἀγαπᾶμε τοὺς πλανεμένους καὶ νὰ μισοῦμε τὴν πλάνη, ἡ ὁποία εἶναι ἐφεύρεση καὶ ἔργο τοῦ διαβόλου, γιὰ νὰ ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τὰ πρόσωπα καὶ νὰ τοὺς στερήσει τὴ σωτηρία». Ἡ ἀγάπη αὐτὴ εἶναι λοιπὸν ἀπροϋπόθετη ὡς πρὸς τὰ πρόσωπα ἀλλὰ μὲ θεμελιώδη προϋπόθεση τὴν αὐτοσυνειδησία τῆς σταθερῆς καὶ κραταιᾶς πίστης στὸ Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία χωρὶς καμία ἔκπτωση καὶ ἀμφισβήτηση τῆς δογματικῆς διδασκαλίας ὅπως αὐτὴ παραδόθηκε ἀπὸ τὶς Ἁγίες Οἰκουμενικὲς Συνόδους καὶ τοὺς Ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπέναντι στὶς αἱρετικὲς δοξασίες καὶ παραδοχὲς ἐπιβάλλεται ἡ σθεναρὴ ἄρνηση καὶ ἀντιμετώπιση τῆς κακοδοξίας.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία ποὺ ἵδρυσε ὁ Χριστός. Ἔχει ἱστορία καὶ ζωὴ 2000 ἐτῶν. Δὲν σφάλλει, διότι τὸ Πανάγιο Πνεῦμα ποὺ ὑπάρχει σ’ Αὐτὴ Τὴν ὁδηγεῖ «εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν» (Ἰωάν. 16, 13). Δὲν κηλιδώνεται ἀπὸ τίποτε καὶ ἀπὸ κανέναν, διότι Αὐτὴ εἶναι τὸ ἴδιο τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, καὶ «ὁ Χριστὸς ἠγάπησε τὴν Ἐκκλησίαν καὶ ἑαυτὸν παρέδωκεν ὑπὲρ αὐτῆς, ἵνα αὐτὴν ἁγιάσῃ καθαρίσας τῷ λουτρῷ τοῦ ὕδατος ἐν ῥήματι, ἵνα παραστήσῃ αὐτὴν ἑαυτῷ ἔνδοξον τὴν Ἐκκλησίαν, μὴ ἔχουσαν σπίλον ἢ ῥυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων, ἀλλ’ ἵνα ᾖ ἁγία καὶ ἄμωμος» (Ἐφ. 5, 25-27).
Κατὰ συνέπεια ἡ προσπάθεια τῶν «Μαρτύρων τοῦ Ἰεχωβᾶ» μετὰ ἀπὸ 1900 χρόνια νὰ συκοφαντήσουν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ὡς «πόρνη Βαβυλώνα» καὶ νὰ τὴν ἀντικαταστήσουν μὲ μία ἐμπορικὴ ἑταιρεία, ἀποτελεῖ φρικτὴ βλασφημία κατὰ τοῦ Ἰδίου τοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος, κατ’ αὐτούς, ἀθέτησε τοὺς λόγους Του, ἄφησε τὴν Ἐκκλησία Του νὰ γίνει «πόρνη» καὶ «βύθισε» τὸν κόσμο στὸ σκοτάδι, μέχρι ποὺ ὁ ἀρχηγὸς τῆς αἵρεσης «ἔφερε» ξανὰ τὸ «ζωηρότερο φῶς», μέσῳ τῆς ἐπιχείρησής του! Δὲν ὑπάρχει ἐπίσης φρικτότερη ὕβρη κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, ἡ ἀντικατάστασή Της ἀπὸ τὸ διοικητικὸ συμβούλιο μιᾶς ἐμπορικῆς ἑταιρείας.
Τέλος, εἶναι αὐτονόητο ὅτι ἡ Μητέρα Ἐκκλησία ἔχει ἀνοιχτὴ τὴν ἀγκαλιά της γιὰ τοὺς ἀδελφοὺς πλανεμένους ὀπαδοὺς τῆς ὀργάνωσης οἱ ὁποῖοι δὲν πρέπει νὰ ἀρκοῦνται στὶς ψευδόχριστες δοξασίες καὶ στὶς ἀπίστευτες «πλύσεις ἐγκεφάλου» ποὺ ὑφίστανται ἀπὸ τοὺς «δασκάλους» περὶ τῆς «ἀλήθειας». Ὀφείλουν νὰ συνειδητοποιήσουν ὅτι, οἱ ψευδόχριστοι καὶ ψευδοπροφῆτες τῆς ὀργάνωσης, ἐνδεχομένως νὰ εἶναι οἱ πλάνοι τῶν ἐσχάτων καιρῶν, «ὥστε πλανῆσαι εἰ δυνατὸν καὶ τοὺς ἐκλεκτούς» (Ματθ. 24, 24), σύμφωνα μὲ τὸ ἀδιάψευστο στόμα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἐκκλησία λοιπὸν τοὺς περιμένει μὲ ἀδημονία γιὰ νὰ τοὺς βοηθήσει νὰ ξαναβροῦν τὴν ἀληθινὴ Πίστη, ἀπὸ τὸν Κύριο «ἅπαξ παραδοθεῖσῃ τοῖς ἁγίοις» (Ἰούδ. 3), διότι ἡ ἀλήθεια ὑπάρχει μόνο μέσα στὴν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία, Μόνη Αὐτή, εἶναι ὁ «στύλος καὶ (τό) ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α΄ Τιμ. 3, 15) καὶ ἔξω ἀπὸ Αὐτὴ δὲν ὑπάρχει σωτηρία, ἀλλὰ ἀπώλεια καὶ αἰώνιος θάνατος (Ἰωάν. 15, 1-8).